Η απορύθμιση της Δημοκρατίας…

ΘΕΣΜΟΙ 1του Μανόλη Μαυροζαχαράκη
Η οικονομική κρίση αποκάλυψε μαζί με τις  εγγενείς αντιφάσεις του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και την εδραίωση του πάνω  σε αμφίβολες εάν όχι αυταρχικές πολιτικές πρακτικές  οι οποίες ρέπουν  προς την εξουδετέρωση της δημοκρατικής φόρτισης των θεσμών  εν μέσω της επίκλησης έκτακτων δημοσιονομικών  αναγκών. Αυτό συμβαίνει, διότι σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, οι ιθύνουσες πολιτικοοικονομικές

ελίτ μεταφράζουν την πολιτική πραγματικότητα ως κατάσταση οικονομικού πολέμου που επαγωγικά δεν είναι τίποτα άλλο από μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης η οποία επιβάλει έκτακτα μέτρα που πολλές φορές βρίσκονται έξωθεν της συνταγματικής σφαίρας.   Η έκτακτη ανάγκη ως κίνητρο πολιτικής  καθιστά το ολοκληρωτικό σύστημα ελκυστικό λόγω της αμεσότητας του στην  λήψη αποφάσεων. Τα παραπάνω κατατείνουν στην άποψη ότι όταν ένα καθεστώς βρίσκεται σε κατάσταση έντονης αμφισβήτησης είναι πιθανόν να αναδυθούν τάσεις  σύγχρονου ολοκληρωτισμού υπό την επίφαση έκτακτων και κρίσιμων αναγκών του κράτους. Στο παραπάνω πλαίσιο αντιστοιχεί κατά  κάποιο τρόπο η Μεταδημοκρατία , η οποία κατά τον Crouch είναι στην ουσία μια ασπόνδυλη και άνευρη μορφή δημοκρατικού πολιτεύματος στο οποίο εξακολουθούν μεν να υφίστανται οι επίσημοι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί όπως ο θεσμός των εκλογών και του κοινοβουλίου, αλλά οι πραγματικές αποφάσεις  για μεγάλα οικονομικά και πολιτικά ζητήματα λαμβάνονται από εξωθεσμικά κέντρα που εν μέρει επικαλύπτονται από επίσημους θεσμούς.

Εν προκειμένω ο στοχαστής εννοεί  ιδιωτικούς φορείς με σκληρά οικονομικά συμφέροντα όπως  μεγάλες  διεθνείς εταιρείες, θεσμικούς επενδυτές,  οργανισμούς  αλλά και φαινομενικά «ανεξάρτητα» ιδρύματα, […] τα οποία  στο σύνολο τους δεν διαθέτουν  σχεδόν καμία δημοκρατική νομιμοποίηση.
Η επέκταση της μεταδημορατίας σε επίπεδο  ΕΕ, εκδηλώνεται μέσα από θεσμούς και επίσημα  εργαλεία πολιτικής  που παραμένουν μεν τυπικά ακέραια, αλλά  υποκύπτουν σε εξωτερικούς, κυρίως οικονομικούς εξαναγκασμούς και περιορισμούς, τους οποίους δεν μπορούν να επηρεάσουν.
«Έτσι λαμβάνονται αποφάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, στις οποίες αποφάσεις τα δημοκρατικά θεσμικά όργανα έχουν ελάχιστη επιρροή. Οι πολιτικοί εμφανίζονται περισσότερο ως παράγοντες των αγορών παρά ως εκπρόσωποι των συμφερόντων των πολιτών τους.  Οι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται αυτό και γυρίζουν την πλάτη όλο και περισσότερο στην πολιτική τάξη και τη δημοκρατία. Μια πολύ επικίνδυνη εξέλιξη» [1].
Πράγματι, όπως επισημαίνει ο Wolfgang Streeck «οι  αγορές υπαγορεύουν πλέον τον νόμο τους στα κράτη. Τα κράτη, υποτίθεται δημοκρατικά και κυρίαρχα, βλέπουν να τους επιβάλλονται όρια ως προς το τι μπορούν να κάνουν για τους λαούς τους και να τους ανακοινώνονται χαμηλόφωνα οι θυσίες που πρέπει να ζητήσουν από τους πολίτες»[2].
Οι αγορές κατά τον Streeck απέκτησαν μέσα από μια διαδικασία ανατροπής του «δημοκρατικού καπιταλισμού» την δύναμη  να εκβιάζουν το Δημόσιο, με  επιδέξιο τρόπο. Ως εκ τούτου ο «κίνδυνος που διατρέχει η δημοκρατία μέσα στην τρέχουσα κρίση  είναι μεγαλύτερος από τον κίνδυνο που διατρέχει η οικονομία. Δεν κλονίζεται μόνο η «συστημική συνοχή» των σύγχρονων κοινωνιών -δηλαδή η αποτελεσματική λειτουργία των καπιταλιστικών οικονομιών τους- κλονίζεται και η «κοινωνική συνοχή» τους.
Η δυνατότητα διαμεσολάβησης των εθνικών κρατών στα δικαιώματα των πολιτών από τη μια και στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής συσσώρευσης από την άλλη, περιορίστηκε σημαντικά στη νέα εποχή της λιτότητας»[3].
Άλλωστε παρατηρείται  σε όλη την  Ευρώπη μια ταχεία διαδικασία  απο-εκδημοκρατισμού, κυρίως στη νότια περιφέρεια [4].
Υπό το παρασκήνιο τεράστιων οικονομικών πιέσεων επιβάλλονται στις χώρες του Νότου τέτοιες δραστικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που δεν μπορούν πλέον να δρομολογηθούν δημοκρατικά. Οι αλλαγές αυτές παραπέμπουν αναλογικά  όπως σωστά επισημαίνει ο Μίμης Ανδρουλάκης[5] στην εποχή του μεσοπολέμου, όσον αφορά την εφιαλτική άνοδο της ανεργίας την αποσάθρωση των κοινωνικών βάσεων της Δημοκρατίας και την πολιτική τόνωση των άκρων.
Ασφαλώς είναι αναμφισβήτητο και  προφανές το ιστορικό όφελος που αποκόμισαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες από την  πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης,  κερδίζοντας  δημοκρατικό βάθος[6].
Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες μια πρωτοφανούς  εργαλειοποήσης  της κρίσης εκ μέρους της ΕΕ , με στόχο  να επιβληθούν   «μεταρρυθμιστικά προγράμματα»  σε ολοένα και περισσότερες χώρες.
Εν μέσω των προγραμμάτων αυτών  ελέγχονται οι  πολιτικές των χωρών  ενώ τα δημοκρατικά εκλεγμένα εθνικά κοινοβούλια δεν έχουν σχεδόν να πουν τίποτα.
Τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλούνται από τις αρχές του 2013 να εφαρμόσουν  πολύ πιο αυστηρά δημοσιονομικά κριτήρια, καθώς τίθενται σε ισχύ οι νέοι κανόνες για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που προβλέπει το Δημοσιονομικό Σύμφωνο.
Σε όλη την Ευρώπη, έχουμε να κάνουμε τώρα με μια σημαντική μετατόπιση της ισχύος σε βάρος των παραδοσιακών θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν αυτονομηθεί,  επειδή η πολιτική δεν παίζει τον κρίσιμο ρόλο που όφειλε να παίξει.
Με πολιτικές αποφάσεις οι κάποτε υψηλά  ρυθμιζόμενες  και συστηματικά ελεγχόμενες αγορές από  τη δεκαετία του ’70  απορυθμίστηκαν τελείως.
Η επέκταση της  απορρύθμισης  έχει σχέση με την επικράτηση του νεοφιλελεύθερου τύπου πολιτικής, ο οποίος εξαπλώθηκε από  τη Βρετανία και τις ΗΠΑ   σε όλη την Ευρώπη.
Ο νεοφιλελευθερισμός συνέδεσε εξ αρχής την πολιτική  με την απαλλαγή  των αγορών   από  πολιτικούς κανόνες και φραγμούς, με στόχο την επίτευξη μιας  αποδοτικής οικονομικής  πρακτικής.
Εν μέσω των πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού   πυροδοτήθηκε , αυτό που φιλοσοφικά ονομάζουμε “αναποδογυρισμένη πρόοδο”, με την έννοια ότι το παρελθόν φαντάζει καλύτερο από το παρόν.
Ως έκφραση μιας  πολιτικής σαφώς ιδεολογικά φορτισμένης,  που στην ουσία αποτάσσεται από τον «παραγωγικό καπιταλισμό» του κεφαλαίου και της εργασίας και υποτάσσεται στον αεριζίδικο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό καζίνο, που καταστρέφει τον οριζόντιο κοινωνικό πλούτο υπέρ ενός κάθετου πλούτου της ολιγαρχίας, ο νεοφιλελευθερισμός λειτουργεί καθαυτού ως μια κατάργηση της προόδου με την συλλογική ή κοινωνική έννοια του όρου.  Συνεπεία αυτής της ιδεολογικής φόρτισης η Ευρώπη έχει εισέλθει σε μια εποχή υψηλής ιδεολογικής έντασης.
Στην πραγματικότητα, δηλαδή η ιστορική διαδικασία  που συνέδεσε τα ευρωπαϊκά κράτη με την έννοια της προόδου αντιστράφηκε στο ακριβώς  αντίθετο της [7], υποδαυλίζοντας διαδικασίες οπισθοδρόμησης τόσο του κοινωνικού κράτους όσο και της δημοκρατίας.
Όπως δείχνει πολύ παραστατικά ο Marcel Gauchet στο τελευταίο βιβλίο του[8] η δημοκρατία, κατέφερε να αντιμετωπίσει  προκλήσεις  των ολοκληρωτισμών, ειδικότερα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο μέσα από έναν βαθύ μετασχηματισμό   ο οποίος συνδυάστηκε με την κρατική παρέμβαση στην οικονομία υπό την καθοδήγηση του κεϋνσιανισμού, με το κράτος πρόνοιας και την  κοινωνική προστασία, την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, την  άμβλυνση των ταξικών συγκρούσεων. Με τον τρόπο αυτό θεσμοθετήθηκε ένας συμβιβασμός μεταξύ «κεφαλαίου και εργασίας» αλλά και μεταξύ «δημοκρατίας και ολοκληρωτισμού»   ο οποίος άρχισε να αμφισβητείται κατά την διάρκεια της  ’70, όταν ο άκρατος φιλελευθερισμός επέστεψε  θριαμβευτικά. Σήμερα μπορούμε άνετα να μιλήσουμε για το οριστικό τέλος του συμβιβασμού.
Κατά μια ακραία διατύπωση , οι ευρωπαϊκές χώρες σκάβουν από μόνες το τάφο της ευρωπαϊκής ιδέας έχοντας μεταλλάξει εντελώς το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Όπως επισημαίνει στο τελευταίο άρθρο[9] του, ο έγκριτος αναλυτής Geοrge Friedman η κρίση ανέδειξε μεταξύ άλλων την ανικανότητα του μηχανισμού λήψης αποφάσεων που δημιουργήθηκε κατά την ίδρυση της ΕΕ να προσφέρει πολιτικές λύσεις που θα τυγχάνουν από την μια ευρύτερης  αποδοχής και θα είναι εφαρμόσιμες από την άλλη.
Οι  ευρωπαϊκές χώρες συναντούνται σήμερα μεταξύ τους ως ανταγωνιστικά και μεμονωμένα μεταξύ τους κράτη έθνη  που ακολουθούν  τα δικά τους ξεχωριστά συμφέροντα και όχι ως μέλη μιας μοναδικής πολιτικής ενότητας. Το αποτέλεσμα είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αρθροίσματος, στο οποίο το κέρδος του ενός αποβαίνει εις βάρος κάποιου άλλου.
Η κυρίαρχη ευρωπαϊκή πολιτική όπως εκφράστηκε από τις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα με επίκεντρο την Γερμανία,    ενίσχυσε   τις αυταρχικές και όχι τις δημοκρατικές πολιτικές.
Όπως εύστοχα παρατηρεί η Judith Kantor με αναφορά σε γενικότερο συγκείμενο  «κοιτώντας διάφορες πηγές νομιμότητας που δικαιολογούν πολιτική εξουσία, βλέπουμε μια μόνιμη στροφή από παραδοσιακές δημοκρατικές πηγές της νομιμότητας σε άλλες πηγές νομιμότητας»[10].
Η μόνη απάντηση που υπάρχει στο φαινόμενο της μετα-δημοκρατίας  είναι  να βοηθήσουμε  τη δημοκρατία να επιστρέψει θέση πρυτανείας που της αρμόζει.
Επειδή πλέον έχουν προκύψει μορφές  οικονομικής δραστηριότητας που κανείς δεν μπορεί να ελέγξει , υπάρχει η ανάγκη τιθάσευσης  των αγορών σε ένα πλαίσιο  δημοκρατικής κανονικότητας και νομιμότητας.
Η εξουσία των χρηματοπιστωτικών  παραγόντων της αγοράς πρέπει  να περιοριστεί, μεταξύ άλλων για να αποφευχθούν στο μέλλον σοβαρές κρίσεις όπως αυτήν που περνάμε σήμερα.
Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν με επίταση να επαναφέρουν το ζήτημα της οικονομικής δημοκρατίας.
Αυτό σημάνει ότι πρέπει να ενισχυθούν τα δημοκρατικά δικαιώματα συμμετοχής, ελέγχου και έκφρασης  σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής δραστηριότητας.

[1] «Έτσι υπονομεύεται η δημοκρατία» – Συνέντευξη με τον Hans-Jürgen Urban http://www.goethe.de/ins/gr/lp/kul/dug/kri/kie/el8105538.htm

[2] Streeck Wolfgang: Η κρίση του 2008 ξεκίνησε σαράντα χρόνια πριν  http://www.monde-diplomatique.gr/spip.php?article323
[3] Wolfang Streeck: Οι κρίσεις του δημοκρατικού καπιταλισμού http://e-dromos.gr/ index.php?option=com_k2&view=item&id=8028:οι-κρίσεις-του-δημοκρατικού-καπιταλισμού&Itemid=51
[4] Etienne Balibar: What Democratic Europe? A Response to Jürgen Habermas. http://www.social-europe.eu/2012/10/what-democratic-europe-a-response-to-jurgen-habermas/

[5] Μίμης Ανδρουλάλης : Όπλων Κρίσις . Νεκρικοί διάλογοι για την αριστερά . Πατάκης ,2012, σελ 11
[6] David Marquand: Η χαμένη ένωση της ΕυρώπηςΠόσο συμβατά είναι η δημοκρατία και ο καπιταλισμός; http://www.tanea.gr/ ΕκτύπωσηΆρθρου/?aid=4737037

[7] Μαυροζαχαράκης Μανόλης Νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και δημοκρατία  http://logioshermes.blogspot.com/2011/12/blog-post_14.html

[8] Marcel Gauchet: Η δημοκρατία υπό τη δοκιμασία των ολοκληρωτισμών, 1914-1974, Πόλις, 2012

[9] George Friedman: Europe in 2013: AYear of Decision , Januar 3, 2013, Geopolitical Weekly

[10] Judit Kantor : Το παράδοξο της Δημοκρατίας: Τάσεις νομιμότητας και νέες πηγές αρχών .
DELKELET EUROPA – SOUTH-EAST EUROPE International Relations Quarterly, Vol. 2. No. 4. (Winter 2011 Tel)
ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ Τριμηνιαία  έκδοση διεθνών Σπουδών, Τόμος 2. Νο. 4 (Χειμώνας 2011/4)

Πηγή:cretalive

Σχολιάστε